Μετά τον «μετασχηματισμό» κοινωνίας και κράτους από τον Ανδρέα Παπανδρέου, ακόμη και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης φάνταζε στους συνετούς (τους περιφερόμενους) ψηφοφόρους «καλύτερος».
Σε πολύ σύντομο διάστημα αποδείχθηκε ανίκανος για τις ριζικές τομές που απαιτούσε η ανάκαμψη από την κρατική και κοινωνική αποδιάρθρωση.
Ο Κωνσταντίνος Σημίτης που τον διαδέχθηκε, έπεισε, στην πρώτη τετραετία, ότι ήταν «καλύτερος».
Αλλά μόνο για «βελτιώσεις» τής προς τα έξω εικόνας του τόπου. Αγνόησε και αυτός την αποδιοργάνωση της λειτουργίας του κράτους και τον θεσμοποιημένο από τον Παπανδρέου αμοραλισμό – δεν τόλμησε τομές.
Για τη δική του διαδοχή δεν λειτούργησε η λογική του «καλύτερου»: τον ανερμήνευτα ευνοημένον με το δαχτυλίδι της πρόκρισης ο λαός τον αποκαλούσε, καθόλου τυχαία, «Γιωργάκη».
Ο νεώτερος Καραμανλής ικανοποιούσε προφανέστατα τη λογική του «καλύτερου», σε σύγκριση και με τον προκάτοχό του Εβερτ και με τον αντίπαλό του «Γιωργάκη».
Πάντως, η εντύπωση του «καλύτερου» άντεξε πέντε ολόκληρα χρόνια, ενάντια σε κάθε λογική, ώσπου η χώρα κυριολεκτικά κατέρρευσε και ο ίδιος ετράπη σε επονείδιστη φυγή.
Με τον Κ. Καραμανλή τον καθ’ όλα «βραχύ» αποδείχτηκε, με συνέπειες ανήκεστης για τη χώρα καταστροφής, ότι η λογική του «καλύτερου» απλώς ηγέτη (λογική των «βελτιώσεων» και εξωραϊστικών ψιμυθιώσεων του «κοινωνικού μετασχηματισμού» και του εκφαυλισμού του κράτους από τον παπανδρεϊσμό) δεν άφηνε ελπίδα ανάκαμψης.
Αν δεν ξεθεμελιωθούν, μεθοδικά και με συνέπεια, τα θεσμοποιημένα εγκλήματα του παπανδρεϊκού αμοραλισμού, ο τόπος θα βυθίζεται, με εφιαλτική πια επιτάχυνση, στην οικονομική χρεοκοπία και στο κοινωνικό χάος.
Από το άρθρο, «ο καλύτερος δεν επαρκεί», του Χρ. Γιανναρά στην Καθημερινή 11.4.10
Σε πολύ σύντομο διάστημα αποδείχθηκε ανίκανος για τις ριζικές τομές που απαιτούσε η ανάκαμψη από την κρατική και κοινωνική αποδιάρθρωση.
Ο Κωνσταντίνος Σημίτης που τον διαδέχθηκε, έπεισε, στην πρώτη τετραετία, ότι ήταν «καλύτερος».
Αλλά μόνο για «βελτιώσεις» τής προς τα έξω εικόνας του τόπου. Αγνόησε και αυτός την αποδιοργάνωση της λειτουργίας του κράτους και τον θεσμοποιημένο από τον Παπανδρέου αμοραλισμό – δεν τόλμησε τομές.
Για τη δική του διαδοχή δεν λειτούργησε η λογική του «καλύτερου»: τον ανερμήνευτα ευνοημένον με το δαχτυλίδι της πρόκρισης ο λαός τον αποκαλούσε, καθόλου τυχαία, «Γιωργάκη».
Ο νεώτερος Καραμανλής ικανοποιούσε προφανέστατα τη λογική του «καλύτερου», σε σύγκριση και με τον προκάτοχό του Εβερτ και με τον αντίπαλό του «Γιωργάκη».
Πάντως, η εντύπωση του «καλύτερου» άντεξε πέντε ολόκληρα χρόνια, ενάντια σε κάθε λογική, ώσπου η χώρα κυριολεκτικά κατέρρευσε και ο ίδιος ετράπη σε επονείδιστη φυγή.
Με τον Κ. Καραμανλή τον καθ’ όλα «βραχύ» αποδείχτηκε, με συνέπειες ανήκεστης για τη χώρα καταστροφής, ότι η λογική του «καλύτερου» απλώς ηγέτη (λογική των «βελτιώσεων» και εξωραϊστικών ψιμυθιώσεων του «κοινωνικού μετασχηματισμού» και του εκφαυλισμού του κράτους από τον παπανδρεϊσμό) δεν άφηνε ελπίδα ανάκαμψης.
Αν δεν ξεθεμελιωθούν, μεθοδικά και με συνέπεια, τα θεσμοποιημένα εγκλήματα του παπανδρεϊκού αμοραλισμού, ο τόπος θα βυθίζεται, με εφιαλτική πια επιτάχυνση, στην οικονομική χρεοκοπία και στο κοινωνικό χάος.
Από το άρθρο, «ο καλύτερος δεν επαρκεί», του Χρ. Γιανναρά στην Καθημερινή 11.4.10
Που κρύβεται τώρα ο καταλληλότερος καταστροφέας??
ΑπάντησηΔιαγραφή