Αποσπάσματα από το άρθρο του του Xρήστου Γιανναρά «Τα υπουργεία διανέμονται ως κομματικοί μπουναμάδες» στην Καθημερινή 18/1/09:
Μοιράζει τα υπουργεία σαν να πρόκειται για κομματικούς μπουναμάδες. Τα μοιράζει σε κοτζαμπάσηδες του κόμματος, σε συγγενείς, σε φιλαράκια. Πρόκειται μάλλον για μοιρασιά με τη λογική της εφόρμησης στην εξουσία, στον εύκολο πλουτισμό, στην εφήμερη δόξα.
Γι’ αυτό και με τον ανασχηματισμό δεν αλλάζει τίποτα. Τι άλλαξε στην εκπαιδευτική πολιτική με το πέρασμα από την κυρία Γιαννάκου στον κύριο Στυλιανίδη, τι θα αλλάξει τώρα με την παράδοση της εκπαίδευσης των παιδιών μας σε έναν ακόμα προκλητικά άσχετο, τον κύριο Άρη; Ίδια ήταν και η λογική συγκρότησης των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, ίδιοι και οι στόχοι – ψηφοθηρικός λαϊκισμός, κολακεία της αγραμματοσύνης και να κυβερνάει «σύρριζα» ο αριστερίστικος καριερισμός. Είτε με ΠΑΣΟΚ είτε με Ν.Δ. ίδια η λογική του εκπαιδευτικού συστήματος, ετοιμάζει κουκουλοφόρους. Εκπαιδεύει τα μαθητούδια να συνδικαλίζονται, να εκβιάζουν με καταλήψεις, με αποκλεισμούς κεντρικών δρόμων, να καταστρέφουν και να καταρρυπαίνουν τους χώρους της σπουδής. Τα ποτίζει με την αλογία διεκδικήσεων και δικαιωμάτων δίχως αντίβαρο υποχρεώσεων και αξιολογικής κρίσης, έρμαια στη στρατολόγησή τους από τους επαγγελματίες της πολιτικής σε τάχα και «μαθητικό κίνημα».
Για να διασώσουμε τη λογική μας, δηλαδή την ανθρωπιά μας, είμαστε υποχρεωμένοι να βροντοφωνάξουμε ότι «ριζική κυβερνητική αλλαγή» και «ανατρεπτική πολιτική καινοτομία» θα ήταν ένας κυβερνητικός ανασχηματισμός με τόλμη ρήξεων. Να πάψει το σχολειό να είναι παίγνιο της κομματοκρατίας και του αριστερόσχημου φασισμού, εκκολαπτήριο κουκουλοφόρων. Να ανατραπεί από τα θεμέλια η λογική του σημερινού εκπαιδευτικού συστήματος, να αποκατασταθεί με συνέπεια αγωγή δημοκρατίας, σεβασμού των θεσμών, διάκρισης ποιοτήτων, αξιολογικής κρίσης και συνακόλουθης άμιλλας.
Ποιο ποσοστό του πληθυσμού προτιμάει τη σημερινή εγκληματική καπηλεία του ακαδημαϊκού ασύλου, ποιο ποσοστό θα ήθελε να συνεχιστεί η τρέχουσα παράνοια: να οδηγούν οι δάσκαλοι (ο γυμνασιάρχης, ο γυμναστής) τα σχολιαρόπαιδα έξω από αστυνομικά τμήματα για να επιτεθούν με νεράτζια και πέτρες ουρλιάζοντας «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι».
Μόνο ένας ανασχηματισμός ριζοσπαστικής αλλαγής προσώπων αλλά και πολιτικής θα είχε κάποιες πιθανότητες να αποτρέψει την επερχόμενη, σίγουρη πια, εκλογική πανωλεθρία του πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του. Γιατί, λοιπόν, δεν τολμάει; Θα μπορούσε, τουλάχιστον, να ερευνήσει με δημοσκοπήσεις: τι θα κέρδιζε σε ψήφους ή τι θα έχανε, αν ξανάστηνε σχολειά με αυστηρή εκπαιδευτική λογική και πανεπιστήμια με ασυμβίβαστες απαιτήσεις σοβαρότητας των σπουδών και της έρευνας.
Σχόλιο: Τι να προσθέσει κανείς στα λόγια του σοφού..
Φωνές σαν αυτές του κ. Γιανναρά, για την ελληνική πραγματικότητα, φαντάζουν «φωνές βοώντων εν τη ερήμω». Όμως οι φωνές αυτές πρέπει να αυξηθούν και να δυναμώσουν, για να ξυπνήσουν κάποτε οι μακάριοι Έλληνες και απορρίψουν τη σάπια πολιτική κάστα.
Μοιράζει τα υπουργεία σαν να πρόκειται για κομματικούς μπουναμάδες. Τα μοιράζει σε κοτζαμπάσηδες του κόμματος, σε συγγενείς, σε φιλαράκια. Πρόκειται μάλλον για μοιρασιά με τη λογική της εφόρμησης στην εξουσία, στον εύκολο πλουτισμό, στην εφήμερη δόξα.
Γι’ αυτό και με τον ανασχηματισμό δεν αλλάζει τίποτα. Τι άλλαξε στην εκπαιδευτική πολιτική με το πέρασμα από την κυρία Γιαννάκου στον κύριο Στυλιανίδη, τι θα αλλάξει τώρα με την παράδοση της εκπαίδευσης των παιδιών μας σε έναν ακόμα προκλητικά άσχετο, τον κύριο Άρη; Ίδια ήταν και η λογική συγκρότησης των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, ίδιοι και οι στόχοι – ψηφοθηρικός λαϊκισμός, κολακεία της αγραμματοσύνης και να κυβερνάει «σύρριζα» ο αριστερίστικος καριερισμός. Είτε με ΠΑΣΟΚ είτε με Ν.Δ. ίδια η λογική του εκπαιδευτικού συστήματος, ετοιμάζει κουκουλοφόρους. Εκπαιδεύει τα μαθητούδια να συνδικαλίζονται, να εκβιάζουν με καταλήψεις, με αποκλεισμούς κεντρικών δρόμων, να καταστρέφουν και να καταρρυπαίνουν τους χώρους της σπουδής. Τα ποτίζει με την αλογία διεκδικήσεων και δικαιωμάτων δίχως αντίβαρο υποχρεώσεων και αξιολογικής κρίσης, έρμαια στη στρατολόγησή τους από τους επαγγελματίες της πολιτικής σε τάχα και «μαθητικό κίνημα».
Για να διασώσουμε τη λογική μας, δηλαδή την ανθρωπιά μας, είμαστε υποχρεωμένοι να βροντοφωνάξουμε ότι «ριζική κυβερνητική αλλαγή» και «ανατρεπτική πολιτική καινοτομία» θα ήταν ένας κυβερνητικός ανασχηματισμός με τόλμη ρήξεων. Να πάψει το σχολειό να είναι παίγνιο της κομματοκρατίας και του αριστερόσχημου φασισμού, εκκολαπτήριο κουκουλοφόρων. Να ανατραπεί από τα θεμέλια η λογική του σημερινού εκπαιδευτικού συστήματος, να αποκατασταθεί με συνέπεια αγωγή δημοκρατίας, σεβασμού των θεσμών, διάκρισης ποιοτήτων, αξιολογικής κρίσης και συνακόλουθης άμιλλας.
Ποιο ποσοστό του πληθυσμού προτιμάει τη σημερινή εγκληματική καπηλεία του ακαδημαϊκού ασύλου, ποιο ποσοστό θα ήθελε να συνεχιστεί η τρέχουσα παράνοια: να οδηγούν οι δάσκαλοι (ο γυμνασιάρχης, ο γυμναστής) τα σχολιαρόπαιδα έξω από αστυνομικά τμήματα για να επιτεθούν με νεράτζια και πέτρες ουρλιάζοντας «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι».
Μόνο ένας ανασχηματισμός ριζοσπαστικής αλλαγής προσώπων αλλά και πολιτικής θα είχε κάποιες πιθανότητες να αποτρέψει την επερχόμενη, σίγουρη πια, εκλογική πανωλεθρία του πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του. Γιατί, λοιπόν, δεν τολμάει; Θα μπορούσε, τουλάχιστον, να ερευνήσει με δημοσκοπήσεις: τι θα κέρδιζε σε ψήφους ή τι θα έχανε, αν ξανάστηνε σχολειά με αυστηρή εκπαιδευτική λογική και πανεπιστήμια με ασυμβίβαστες απαιτήσεις σοβαρότητας των σπουδών και της έρευνας.
Σχόλιο: Τι να προσθέσει κανείς στα λόγια του σοφού..
Φωνές σαν αυτές του κ. Γιανναρά, για την ελληνική πραγματικότητα, φαντάζουν «φωνές βοώντων εν τη ερήμω». Όμως οι φωνές αυτές πρέπει να αυξηθούν και να δυναμώσουν, για να ξυπνήσουν κάποτε οι μακάριοι Έλληνες και απορρίψουν τη σάπια πολιτική κάστα.